* Επιμέλεια σελίδας: Πάνος Σ. Αϊβαλής, δημοσιογράφος

Καλό ταξίδι καπετάνιε θα σε θυμόμαστε για πάντα...

Click to get cool Animations for your MySpace profile
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
...............................................Καλό ταξίδι καπετάνιε θα σε θυμόμαστε για πάντα...
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

Κυριακή 17 Ιουλίου 2011

Μνήμη Κώστα Καρυωτάκη



Του Νίκου Ι. Κωστάρα

«Η θάλασσα είναι η μόνη μου αγάπη/ 
γιατί έχει την όψη του ιδανικού/ 
και το όνομά της είναι ένα θαυμαστικό».



Έτσι αρχίζει το «Εγκώμιο της θάλασσας» ο ποιητής της ανίας Κώστας Καρυωτάκης, ο εκφραστής της εποχής του. Ο ίδιος έκοψε το νήμα της ζωής του στα τριάντα δύο του χρόνια στις 21 Ιουλίνου1928, σε μια πανέμορφη ακρογιαλιά της Πρέβεζας.
Πριν φυτέψει τις σφαίρες στον κρόταφό του έγραψε: «Πληρώνω για όσους, όπώς εγώ δεν έβλεπαν κανένα ιδανικό...»
«Καλό ταξίδι, αλαργινό καράβι μας στου απείρου/ και στης νυχτός την αγκαλιά/ με τα χρυσά σου φώτα».
Η ιδέα της αυτοκαταστροφής βασάνιζε από πολύ καιρό τον Καρυωτάκη. Από τότε ακόμα που έγραφε τους στίχους αυτούς:
«Έχω κάτι σπασμένα φτερά/ δεν ξέρω καν γιατί μας ήρθε/ το καλοκαίρι αυτό./ Για πιάν ανέλπιστη χαρά / για ποιες αγάπες/ για ποιο ταξίδι ανείρευτο...»
Ήταν ένα παράξενος ταξιδευτής, ένας περίεργος ξένος, που δεν έβλεπε την ώρα πότε να αποπλεύσει απ’ τον εγκόσμιο χώρο λες κι’ ήρθε σ’ αυτόν για να λάμψει πιο πολύ με την απουσία του παρά με την παρουσία του.
«Δέντρο θα στέκομαι όμοια να κοιτάζω/ τη θύελλα ή του ουρανού γαλάζιο./ Είναι η ζωή, θα λέω, το φέρετρο, όπου/ λύπη, χαρά τελειώνουνε τ’ ανθρώπου...»
Ο Καρυωτάκης αποτελεί ένα σύμβολο – όχι βέβαια προς μίμηση- μιας αργά θνήνουσας κοινωνίας, αποχαυνωμένης, εγκληματικά αδιάφορης για τους ανθρώπους της, ιδιαίτερα για τους διανοούμενούς της. Η φωνή της αγωνίας του Καρυωτάκη θα διατηρεί για καιρό ακόμα την επικαιρότητά της, αφού κι εμείς ζούμε σε μια εποχή προτούσης παρακμής, με την αναβίωση του Καρυωτακισμού.
Ο Κώστας Καρυωτάκης γεννήθηκε στην Τρίπολη στις 30 Οκτωβρίου 1896. Γιος του νομομηχανικού Γιώργου Καρυωτάκη από την Συκιά Κορινθίας και της Αικατερίνης Σκάγιαννη, αρχοντοπούλας από την Τρίπολη. Το 1913 τελειώνει το Γυμνάσιο στα Χανιά και γράφεται στη Νομική Σχολή. Εικοσιενός έτους αποφοιτεί ευδόκιμα από την Νομική Σχολή και υπηρέτησε ως διοικητικός υπάλληλος σε διάφορες επαρχιακές πόλεις. Ενώ πέρασε πολλά χρόνια σε διάφορες πόλεις της Ελλάδος, λόγω των περιστασιακών μετακινήσεων του πατέρα του. Ακόμη έκανε ταξίδια στο εξωτερικό. Αμοιβή της αδέκαστης συνείδησής του ήταν οι αλλεπάλληλες μεταθέσεις με τελευταία την μετάθεσή του στην Πρέβεζα, όπου υπήρξε η χαριστική βολή.
Η ζωή του γενικά του προσφέρει όλο απογοητεύσεις και πίκρες. Δυο γυναίκες σημάδεψαν τη ζωή του. Ο γυμνασιακός πλατωνικός έρωτας στα Χανιά με την Άννα Σκαρδίλη και μετά με τη συνάδελφό του ποιήτρια Μαρία Πολυδούρη, που τον ερωτεύεται γοητευμένη από την πνευματικότητά του.
Και η εποχή που έζησε ο Καρυωτάκης ήταν ιδιαίτερα ανώμαλη και γεμάτη εθνικές συμφορές για την Ελλάδα (Μικρασιατική καταστροφή κά.), που επέδρασε στη διάθεση του ποιητή. Έγινε ο εκφραστής του μεταφυσικού άγχους της εποχής του και εστράφη στην άρνηση και την απαισιοδοξία. Ανήκε στην ομάδα των ηττοπαθών της ζωής. Ποιητής της εσωτερικής περιπέτειας, προκαλώντας την ηλεκτρική κένωση στο σώμα της λογοτεχνίας.
Τα ποιήματά του είναι σταθμός στην ιστορία της ελληνικής λογοτεχνίας και έχουν τη δύναμη και τη μουσικότητα «τη στόφα του Καρυωτάκη». Έγραψε «ο πόνος των ανθρώπων και των πραγμάτων»(1919), «Νηπενθή» (1921) και τελευταίο «Ελεγεία και Σάτηρες» (1927). Ένα έργο μικρό σε όγκο και μεγάλο σε αξία, που επηρέασε ποιητές και ο ίδιος καθιερώθηκε ως ένας από τους καλύτερους εκπροσώπους της Ελληνικής ποίησης. Ακόμη μετέφρασε ποιήματα αξιόλογων ξένων ποιητών.
Ο Κώστας Καρυωτάκης ήταν μια αισθαντική ψυχή και αγαπούσε την εκδρομή και τ’ αγνάντεμα της θάλασσας. Γι’ αυτό στη θάλασσα εύρισκε διέξοδο. Άλλωστε ήθελε να γίνει ασυρματιστής και να μπαρκάρει. «Παιδί ακόμα εσκεπτόμουνα το ρυθμό του φλοίσβου της. Ξαπλωμένος στην αμμουδιά εταξίδευα με τα καράβια που περνούσαν. Ένας κόσμος γεννιόταν γύρω μου...Είδα πολλά λιμάνια. Στιβαγμένες πράσινες βάρκες...Κουρασμένα πλοία...άνθρωποι σκεφτικοί, ώριμοι από την άλμη...»
Ένοιωθε το τραγούδι της θάλασσας και μονολογούσε.
«Η θάλασσα σαν έρχεται μεγάλη/ και υγραίνοντας την άμμο το πρωί/ μου λέει για κάποιο γνώριμο ακρογιάλι/ μου λέει για κάποια που ζήτησα ζωή».
Και στο «τελευταίο ταξίδι» ξεσπάει απεγνωσμένα.
«Να’ μουν στη πλώρη σαν ήθελα για να κοιτάξω γύρω/ σε λιτανεία να περνούν τα ονείρατα τα πρώτα./ Η τρικυμία στο πέλαγος και στη ζωή να παύεν μακριά μαζί μου φεύγοντας πέτρα να ρίχνω πίσω/ να μου λυκνίζεις την αιώνια θλίψη μου, καράβι./ δίχως να ξέρω που με πας και δίχως να γυρίσω».
Καταχώρισα λίγους θαλασσινούς στίχους του σαν φύλλο δάφνης και ελάχιστο φόρο τιμής στον μεγάλο Τριπολίτη ποιητή Κώστα Καρυωτάκη, τον ταξιδευτή στο πέλαγος της αιωνιότητας.
Η Τρίπολη τον τιμά με μια προτομή του, που φιλοτεχνήθηκε από τον γλύπτη Μ. Τόμπρα. Ένας δρόμος έχει το όνομά του και μια αναμνηστική πλάκα είναι εντοιχισμένη στο σπίτι του (οδός Γορτυνίας), ενώ πρόσφατα ανακαινίστηκε και στεγάζονται τιμητικά τα Γραφεία της Διοίκησης του νέου Πανεπιστημίου Πελοποννήσου.
Πρόσφατα μια αξιόλογη σειρά του Τάσου Ψαρρού προβλήθηκε στην Τηλεόραση για τον Άγνωστο Καρυωτάκη και την Μαρία Πολυδούρη.
Φέτος πέρασα από την Πρέβεζα και ατένισα το σπίτι που έμενε ο Καρυωτάκης και την προτομή του, ενώ στην παραλία, μια μαρμάρινη πλάκα από τον αρχιτέκτονα Βασίλη Χαρίση θυμίζει τον τόπο που τελείωσε τη ζωή του.

Νίκος Ι. Κωστάρας

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου