* Επιμέλεια σελίδας: Πάνος Σ. Αϊβαλής, δημοσιογράφος

Καλό ταξίδι καπετάνιε θα σε θυμόμαστε για πάντα...

Click to get cool Animations for your MySpace profile
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
...............................................Καλό ταξίδι καπετάνιε θα σε θυμόμαστε για πάντα...
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

Κυριακή 31 Ιουλίου 2011

Καλό σου ταξίδι αξιολάτρευτε και σεβάσμιε θείε Νίκο στη χώρα της αιωνιότητας...


   Εις μνήμην  

ΝΙΚΟΣ ΑΣ. ΚΩΣΤΑΡΑΣ
(3-11-1917 – 20-7-2011)

Αξέχαστε σεβάσμιε θείε Νίκο,

Έφυγες όρθιος, πλήρης ημερών στα 95 σου χρόνια χωρίς να γνωρίσεις ποτέ νοσοκομεία. Ζούσες μια ήσυχη ζωή μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας, χωρίς να επιδιώκεις την προσωπική προβολή. Τα χτυπήματα της ζωής τα υπέμενες με αξιοπρέπεια, καρτερικότητα και θάρρος.
Γεννήθηκες στις 3-11-1917 στα Κακουραίικα Γορτυνίας. Το 12ο παιδί του Ασημάκη και της Παναγούλας Κωστάρα, γι’ αυτό βαφτίστηκες με ανάδοχο τον βασιλιά Αλέξανδρο. Ήσουν ο βενιαμίν της μεγάλης οικογένειας και πρωτότοκος ο πατέρας μου βαρυγιάννης.
Το 1930 σπούδασες στο Σχολαρχείο Παλούμπας και μετά το 1931 ξενιτεύτηκες για μια καλύτερη ζωή, στην Αθήνα, στο Μεταξουργείο, που ήταν και ο αδελφός σου Κώστας. Κι έγινες εφημεριδοπώλης και αργότερα πετυχημένος περιπτεριούχος στον Άγιο Γιώργη Ακαδημίας Πλάτωνος. Στρατεύτηκες το 1938 και όταν επρόκειτο να απολυθείς το 1940 κηρύχθηκε ο πόλεμος και βρέθηκες να υπηρετείς στα οχυρά Ρούπελ ως αρχιφύλακας στο 141 φυλάκιο. Επί τέσσερες ημέρες βομβαρδιζόταν από τα γερμανικά στούκας και δεν έπεσε με διοικητή τον Στρατηγό Κωστόπουλο, που τιμήθηκε από τους εισβολείς όπως ο ίδιος μου είχες εξιστορήσει.
Επέστρεψες στην Αθήνα και συνέχισες με τον αδελφό σου Κώστα τον εφημεριδοπώλη. Με το ποδήλατο χαράματα φορτωμένο τις εφημερίδες από το πρακτορείο Σωκράτους στο Μεταξουργείο και μετά στον Αγιόργη Ακαδημίας Πλάτωνος. Μια δύσκολη βιοπάλη, υπομονή και επιμονή καθημερινά και αγόγγυστα στην Κατοχή.
Κράτησες το περίπτερο του Αγίου Γεωργίου στην Ακαδημία Πλάτωνος κι έγινες πασίγνωστος για τη δραστηριότητά σου με συμπαραστάτη την αξέχαστη θεία Σοφία, τη γεμάτη ζωντάνια και ανθρωπιά. Και είσαστε ο οικογενειακός σύμβουλος και ο μέντορας των Κωσταραίων και φιλάνθρωπος της ενορίας Αγ. Γεωργίου.
Όλοι περάσαμε από το σπιτικό σου, μας βοήθησες και μας συμβούλευες στα πρώτα ξεκινήματά μας. Αξιαγάπητος ο ανηψιός σου Νίκος του Βασιλάκου. Εργατικός, ολιγόλογος, καρτερικός, ψύχραιμος, συνετός και νοικοκύρης, καλός οικογενειάρχης.
Απέκτησες με την αξέχαστη θεία Σοφία δύο παιδιά, την Νώτα και τον Γιώργο και χάρηκες ένα δραστήριο εγγονό, τον Νίκο Μωραϊτάκη, που ήρθε από το Dubai για τον τελευταίο ασπασμό στον αξιολάτρευτο παππού του.
Θείε Νίκο, τελευταία πήγα στην Πάργα και βρήκα Κωσταραίους και σου τηλεφώνησα να σε επισκεφθώ να σου πω τα νέα. Μου’ πες δεν αισθάνεσαι καλά, θα συναντηθούμε αργότερα αλλά έφυγες αθόρυβα. Θα’ ρθω να σε βρω!
Θείε Νίκο, όλοι σε καμαρώναμε και ποτέ δεν πήγαινε το μυαλό μας ότι θα φύγεις.
Έφυγαν ανίψια αλλά εσύ έμενες, τα αποχαιρετούσες. Κρατιόσουν νηφάλιος και ολύμπιος με καθαρό μυαλό μέχρι την τελευταία στιγμή.
Ευχόμαστε ο Ύψιστος να αναπαύσει την ψυχή σου. Για όλους εμάς δεν έφυγες, είσαι στις ψυχές μας ολοζώντανος, ο αξέχαστος θείος Νίκος.
Καλό σου ταξίδι αξιολάτρευτε και σεβάσμιε θείε Νίκο στη χώρα της αιωνιότητας.
Αιωνία σου η μνήμη.

Καπτ. Νίκος Ι. Κωστάρας
(22/7/2011 Στο Κοιμητήριο Χολαργού)

Τετάρτη 20 Ιουλίου 2011

ΤΙΜΗΘΗΚΕ ΓΙΑ ΤΟ ΣΥΓΓΡΑΦΙΚΟ ΕΡΓΟ TOΥ ο Ν. Κωστάρας (καπετάν Νικόλας)





Στις 16 Μαρτίου 2011, η Ένωση Ελλήνων Λογοτε­χνών, τίμησε για το πλου­σιότατο συγγραφικό έργο του εκλεκτού μέλους τους και εξ Αρκαδίας καταγόμε­νου καπετάν Νικόλα Κωστάρα.



Η παρουσίαση έγινε στην αίθουσα Υπαλλήλων Τράπε­ζας Ελλάδος από τον εξαί­ρετο συμπατριώτη μας και διακεκριμένο δικηγόρο και κριτικό λογοτεχνίας Ηλία Γιαννικόπουλο.
Το γεγονός γνωστοποιή­θηκε και αναφέρθηκε ευρέως από τα ΜΜΕ εφημερίδες, περιοδικά κ.λ.π. τα οποία πολλές φορές τα εμπνευσμένα άρθρα του έχουν φι­λοξενήσει.
Άξιος της τιμητικής διάκρισης ο καπετάν Νικόλας διότι λίγοι γνωρίζουν ότι εκτός από την ενασχόλησή του με τον γραπτό λόγο διετέλεσε για δεκαετίες (καίτοι ορεσί­βιος από τα «κατσάβραχα» των Κακουραΐικων της Γορ­τυνίας...) στα πελάγη όπου σπούδασε, όπως ο ίδιος λέ­γει το μεγαλύτερο πανεπιστήμιο της ζωής.
Τον καπετάν Νικόλα, Πλοί­αρχο - Συγγραφέα τιμήσανε με την παρουσία τους τα μέλη της Ένωσης Ελλήνων Λογοτεχνών, οι συνάδελφοι και φίλοι του Εμπορικού Ναυ­τικού, Προεδρεία - Αρκαδι­κών Συλλόγων και ιδιαίτε­ρα ο Σύλλογος Κακουραίων, οι συνεργάτες του από τις Ναυτιλιακές Επιχειρήσεις, καθώς και πολλοί φίλοι του με προεξάρχοντα τον καθη­γητή του Πανεπιστημίου Α­θηνών κ. Βασίλη Κύρκο.
Εμείς οι Αρκάδες της Αυ­στραλίας, γνωρίζουμε τον καπετάν Νικόλα από τα' άρ­θρα που μας έχει στείλει και τα έχουμε φιλοξενήσει στην εφημεριδούλα μας καθώς και στο ALBUM των 50 χρό­νων του Συλλόγου μας. Τον θεωρούμε πατριώτη μας - Αρκά - λόγω καταγωγής αλ­λά και μετανάστη, έναν α­πό εμάς.
Επίσης θεωρώ τον εαυτόν μου τυχερό που είχα την ευ­καιρία να τον γνωρίσω προ­σωπικά τον περασμένο Σε­πτέμβριο στην Αθήνα και κα­θώς παίρναμε το παγωτό που κέρασε στην πλατεία του Αμαρουσίου βρεθήκαμε να έχουμε τελειώσει και το ίδιο Πανεπιστήμιο. Οι Αρκά­δες της Αυστραλίας, με αγά­πη του αφιερώνουμε τούτο. το μικρό σχόλιο, και τον δια­βεβαιώνουμε ότι είμαστε πάντοτε υπερήφανοι γι' αυ­τόν και του ευχόμαστε να είναι πάντα καλά και γερός να δημιουργεί.

_________ Δημ. Αλεξόπουλος,

Πρόεδρος Παναρκαδικής Ομοσπονδίας Αυστραλίας

Κυριακή 17 Ιουλίου 2011

Μνήμη Κώστα Καρυωτάκη



Του Νίκου Ι. Κωστάρα

«Η θάλασσα είναι η μόνη μου αγάπη/ 
γιατί έχει την όψη του ιδανικού/ 
και το όνομά της είναι ένα θαυμαστικό».



Έτσι αρχίζει το «Εγκώμιο της θάλασσας» ο ποιητής της ανίας Κώστας Καρυωτάκης, ο εκφραστής της εποχής του. Ο ίδιος έκοψε το νήμα της ζωής του στα τριάντα δύο του χρόνια στις 21 Ιουλίνου1928, σε μια πανέμορφη ακρογιαλιά της Πρέβεζας.
Πριν φυτέψει τις σφαίρες στον κρόταφό του έγραψε: «Πληρώνω για όσους, όπώς εγώ δεν έβλεπαν κανένα ιδανικό...»
«Καλό ταξίδι, αλαργινό καράβι μας στου απείρου/ και στης νυχτός την αγκαλιά/ με τα χρυσά σου φώτα».
Η ιδέα της αυτοκαταστροφής βασάνιζε από πολύ καιρό τον Καρυωτάκη. Από τότε ακόμα που έγραφε τους στίχους αυτούς:
«Έχω κάτι σπασμένα φτερά/ δεν ξέρω καν γιατί μας ήρθε/ το καλοκαίρι αυτό./ Για πιάν ανέλπιστη χαρά / για ποιες αγάπες/ για ποιο ταξίδι ανείρευτο...»
Ήταν ένα παράξενος ταξιδευτής, ένας περίεργος ξένος, που δεν έβλεπε την ώρα πότε να αποπλεύσει απ’ τον εγκόσμιο χώρο λες κι’ ήρθε σ’ αυτόν για να λάμψει πιο πολύ με την απουσία του παρά με την παρουσία του.
«Δέντρο θα στέκομαι όμοια να κοιτάζω/ τη θύελλα ή του ουρανού γαλάζιο./ Είναι η ζωή, θα λέω, το φέρετρο, όπου/ λύπη, χαρά τελειώνουνε τ’ ανθρώπου...»
Ο Καρυωτάκης αποτελεί ένα σύμβολο – όχι βέβαια προς μίμηση- μιας αργά θνήνουσας κοινωνίας, αποχαυνωμένης, εγκληματικά αδιάφορης για τους ανθρώπους της, ιδιαίτερα για τους διανοούμενούς της. Η φωνή της αγωνίας του Καρυωτάκη θα διατηρεί για καιρό ακόμα την επικαιρότητά της, αφού κι εμείς ζούμε σε μια εποχή προτούσης παρακμής, με την αναβίωση του Καρυωτακισμού.
Ο Κώστας Καρυωτάκης γεννήθηκε στην Τρίπολη στις 30 Οκτωβρίου 1896. Γιος του νομομηχανικού Γιώργου Καρυωτάκη από την Συκιά Κορινθίας και της Αικατερίνης Σκάγιαννη, αρχοντοπούλας από την Τρίπολη. Το 1913 τελειώνει το Γυμνάσιο στα Χανιά και γράφεται στη Νομική Σχολή. Εικοσιενός έτους αποφοιτεί ευδόκιμα από την Νομική Σχολή και υπηρέτησε ως διοικητικός υπάλληλος σε διάφορες επαρχιακές πόλεις. Ενώ πέρασε πολλά χρόνια σε διάφορες πόλεις της Ελλάδος, λόγω των περιστασιακών μετακινήσεων του πατέρα του. Ακόμη έκανε ταξίδια στο εξωτερικό. Αμοιβή της αδέκαστης συνείδησής του ήταν οι αλλεπάλληλες μεταθέσεις με τελευταία την μετάθεσή του στην Πρέβεζα, όπου υπήρξε η χαριστική βολή.
Η ζωή του γενικά του προσφέρει όλο απογοητεύσεις και πίκρες. Δυο γυναίκες σημάδεψαν τη ζωή του. Ο γυμνασιακός πλατωνικός έρωτας στα Χανιά με την Άννα Σκαρδίλη και μετά με τη συνάδελφό του ποιήτρια Μαρία Πολυδούρη, που τον ερωτεύεται γοητευμένη από την πνευματικότητά του.
Και η εποχή που έζησε ο Καρυωτάκης ήταν ιδιαίτερα ανώμαλη και γεμάτη εθνικές συμφορές για την Ελλάδα (Μικρασιατική καταστροφή κά.), που επέδρασε στη διάθεση του ποιητή. Έγινε ο εκφραστής του μεταφυσικού άγχους της εποχής του και εστράφη στην άρνηση και την απαισιοδοξία. Ανήκε στην ομάδα των ηττοπαθών της ζωής. Ποιητής της εσωτερικής περιπέτειας, προκαλώντας την ηλεκτρική κένωση στο σώμα της λογοτεχνίας.
Τα ποιήματά του είναι σταθμός στην ιστορία της ελληνικής λογοτεχνίας και έχουν τη δύναμη και τη μουσικότητα «τη στόφα του Καρυωτάκη». Έγραψε «ο πόνος των ανθρώπων και των πραγμάτων»(1919), «Νηπενθή» (1921) και τελευταίο «Ελεγεία και Σάτηρες» (1927). Ένα έργο μικρό σε όγκο και μεγάλο σε αξία, που επηρέασε ποιητές και ο ίδιος καθιερώθηκε ως ένας από τους καλύτερους εκπροσώπους της Ελληνικής ποίησης. Ακόμη μετέφρασε ποιήματα αξιόλογων ξένων ποιητών.
Ο Κώστας Καρυωτάκης ήταν μια αισθαντική ψυχή και αγαπούσε την εκδρομή και τ’ αγνάντεμα της θάλασσας. Γι’ αυτό στη θάλασσα εύρισκε διέξοδο. Άλλωστε ήθελε να γίνει ασυρματιστής και να μπαρκάρει. «Παιδί ακόμα εσκεπτόμουνα το ρυθμό του φλοίσβου της. Ξαπλωμένος στην αμμουδιά εταξίδευα με τα καράβια που περνούσαν. Ένας κόσμος γεννιόταν γύρω μου...Είδα πολλά λιμάνια. Στιβαγμένες πράσινες βάρκες...Κουρασμένα πλοία...άνθρωποι σκεφτικοί, ώριμοι από την άλμη...»
Ένοιωθε το τραγούδι της θάλασσας και μονολογούσε.
«Η θάλασσα σαν έρχεται μεγάλη/ και υγραίνοντας την άμμο το πρωί/ μου λέει για κάποιο γνώριμο ακρογιάλι/ μου λέει για κάποια που ζήτησα ζωή».
Και στο «τελευταίο ταξίδι» ξεσπάει απεγνωσμένα.
«Να’ μουν στη πλώρη σαν ήθελα για να κοιτάξω γύρω/ σε λιτανεία να περνούν τα ονείρατα τα πρώτα./ Η τρικυμία στο πέλαγος και στη ζωή να παύεν μακριά μαζί μου φεύγοντας πέτρα να ρίχνω πίσω/ να μου λυκνίζεις την αιώνια θλίψη μου, καράβι./ δίχως να ξέρω που με πας και δίχως να γυρίσω».
Καταχώρισα λίγους θαλασσινούς στίχους του σαν φύλλο δάφνης και ελάχιστο φόρο τιμής στον μεγάλο Τριπολίτη ποιητή Κώστα Καρυωτάκη, τον ταξιδευτή στο πέλαγος της αιωνιότητας.
Η Τρίπολη τον τιμά με μια προτομή του, που φιλοτεχνήθηκε από τον γλύπτη Μ. Τόμπρα. Ένας δρόμος έχει το όνομά του και μια αναμνηστική πλάκα είναι εντοιχισμένη στο σπίτι του (οδός Γορτυνίας), ενώ πρόσφατα ανακαινίστηκε και στεγάζονται τιμητικά τα Γραφεία της Διοίκησης του νέου Πανεπιστημίου Πελοποννήσου.
Πρόσφατα μια αξιόλογη σειρά του Τάσου Ψαρρού προβλήθηκε στην Τηλεόραση για τον Άγνωστο Καρυωτάκη και την Μαρία Πολυδούρη.
Φέτος πέρασα από την Πρέβεζα και ατένισα το σπίτι που έμενε ο Καρυωτάκης και την προτομή του, ενώ στην παραλία, μια μαρμάρινη πλάκα από τον αρχιτέκτονα Βασίλη Χαρίση θυμίζει τον τόπο που τελείωσε τη ζωή του.

Νίκος Ι. Κωστάρας