Ο ΠΟΔΑΡΟΔΡΟΜΟΣ
Κάθε
φορά που φέρνω στο μυαλό μου τον καρδιακό μου φίλο τον καπετάν Νικόλα και όσα
μας συνδέουν, δεν μπορώ να μη θυμηθώ την εποχή που μαζί με έναν τρίτο φίλο, τον
Χαράλαμπο Κακέτση, που πλέον μας χαρίζει τη συντροφιά του από ψηλά,
περιδιαβαίναμε τους δρόμους της μεταπολεμικής Αθήνας. Ήμασταν τρεις φίλοι
αδερφικοί, μαζί από το Γυμνάσιο της Ανδρίτσαινας. Τρία μικρά επαρχιωτόπουλα μέσα
στο χάος της μεγαλούπολης.
Αυτοί οι τρεις
αχώριστοι φίλοι, όταν ήρθαν νεαροί από το χωριό τους στην Αθήνα, ο πρώτος από
τα Κακουρέικα, ο δεύτερος από το Μάτεσι και ο τρίτος από τη Δαφνούλα, δεν είχαν
καμία από τις ανέσεις που οι ίδιοι αργότερα φρόντισαν να εξασφαλίσουν στα
παιδιά τους. Έζησαν σε μεγάλη φτώχεια. Και η φτώχεια είναι πιο βασανιστική στη
μεγάλη, απρόσωπη και γεμάτη πειρασμούς πόλη απ’ ότι στο χωριό. Σας αφήνω να φανταστείτε
την έκπληξη και τις επιθυμίες που κατέκλυζαν σε καθημερινή βάση την ψυχή των
μικρών αυτών επαρχιωτόπουλων, κάθε φορά που αντίκριζαν τη μεγαλούπολη που
λέγεται Αθήνα, με τους μεγάλους ασφαλτοστρωμένους δρόμους της, τα γυαλιστερά
αυτοκίνητά της, τα νεοκλασικά της κτήρια, τις φωτεινές μαρκίζες της νυχτερινής
της όψης και, πάνω απ’ όλα, τις λουσμένες στο φως βιτρίνες με τα ρούχα και τα
παπούτσια, που το καθένα απ’ αυτά ξεπερνούσε κατά πολύ σε λάμψη ό, τι ωραιότερο
είχαν δει μέχρι τότε να φορά ο κόσμος στις κυριακάτικες λειτουργίες πίσω στο
χωριό.
Μέσα σ’ αυτό το
περιβάλλον, οι τρεις φίλοι πήραν την απόφαση να σπουδάσουν για να ξεφύγουν από
τη σκληρή τους μοίρα. Βλέπετε, η ζωή είναι σκληρή όταν κάθε μέρα ξενυχτάς στο
περίπτερο του θείου σου, όπως ο Νικόλας, δουλεύεις στην ταβέρνα, όπως ο
Παναγιώτης, ή κουβαλάς τελάρα στην κεντρική λαχαναγορά, όπως ο Μπάμπης. Η
φοίτηση στη Βιομηχανική σχολή όμως δεν ήταν εύκολη υπόθεση. Η φτώχεια είπαμε
μεγάλη, οπότε οι φίλοι, για να γλιτώσουν το εισιτήριο του λεωφορείου,
συναντιόντουσαν κάθε απόγευμα και κινούσαν μαζί ποδαρόδρομο για να φτάσουν στη
σχολή τους. Κάθε μέρα έκαναν τη διαδρομή Ζάππειο-πλατεία Αμερικής και πάλι πίσω
με τα πόδια.
Και όμως αυτή
η ταλαιπωρία δεν πήγε χαμένη. Γιατί τώρα, κοιτάζοντας πίσω με τα μάτια και τη
σοφία των 84 ετών, διαπιστώνω ότι εκείνα τα χρόνια, το σπουδαιότερο μάθημα που
προετοίμασε τους τρεις φίλους για την επαγγελματική τους σταδιοδρομία δεν ήταν
κάποιο από εκείνα που γίνονταν μέσα στη σχολή αλλά εκείνος ο ποδαρόδρομος που
έκαναν κάθε μέρα για να φτάσουν στη σχολή. Και ήταν μάθημα σπουδαίο εκείνος ο
ποδαρόδρομος για πολλούς λόγους. Γιατί μας δίδαξε ότι ο πιο μακρύς και δύσβατος
δρόμος γίνεται σύντομος και ευχάριστος όταν σε συντροφεύουν φίλοι καλοί. Γιατί,
μέσα απ’ αυτόν, μάθαμε έγκαιρα ότι το να αφιερώνουμε χρόνο ο ένας στα
προβλήματα του άλλου δεν είναι αχρείαστη στέρηση χρόνου από τον εαυτό μας αλλά
απελευθέρωση από τον κακομαθημένο εαυτό μας. Γιατί μας έμαθε να περιμένουμε
εκείνους που τυχόν έμειναν πίσω. Γιατί ο δρόμος, με τις φανταχτερές του
βιτρίνες που ξελόγιαζαν τις επιθυμίες μας, μας έμαθε να μετουσιώνουμε τη στείρα
ζήλεια σε δημιουργική προσπάθεια, σε πρόοδο και προκοπή. Γιατί η κούραση του
δρόμου μας έμαθε να μοιραζόμαστε το πενιχρό κολατσιό μας. Γιατί οι μορφές που
αντικρίζαμε στο διάβα μας, οι αμέτρητοι φτωχοί, οι πονεμένες και σκελετωμένες
γριούλες, τα παιδιά που έπαιζαν ξυπόλυτα, μας έμαθαν να μην είμαστε αυτιστικοί,
έχοντας μάτια μόνο για τα δικά μας προβλήματα, αλλά να στρέφουμε το βλέμμα μας
και στα πολύ σοβαρότερα προβλήματα των άλλων. Γιατί παρατηρώντας τα νεοκλασικά
μέγαρα και τους ενοίκους τους, μάθαμε ότι δεν είναι τα ωραία και επιβλητικά
σπίτια εκείνα που στεγάζουν τις ευτυχισμένες οικογένειες. Γιατί μπαίνοντας
δειλά και όλο περιέργεια στα διάφορα μαγαζιά που συναντούσαμε στο δρόμο μας,
μάθαμε να μην κρίνουμε ένα μαγαζί μόνο από τη βιτρίνα του, κάτι που μας
προετοίμασε για να μάθουμε να μην κρίνουμε τους ανθρώπους από την εικόνα τους
και μόνο. Γιατί περνώντας κάθε μέρα από το Πεδίο του Άρεως καταλάβαμε ότι το
πιο πυκνό δάσος ξεκινά από έναν άνθρωπο που αποφασίζει να δράσει και να φυτέψει
ένα δενδράκι, την ώρα που όλοι οι άλλοι περιορίζονται στο να ασκούν κριτική
στην ξεραΐλα. Γιατί ο δρόμος εκείνος μας δίδαξε ότι σημασία στη ζωή δεν έχει να
ακολουθείς τον πιο σύντομο δρόμο αλλά να φτάνεις στον προορισμό σου. Γιατί η
κούραση μας δίδαξε ότι σε μια πορεία δεν μετράει πόσες φορές πέφτεις, αλλά το
να βρίσκεις τη δύναμη να σηκώνεσαι κάθε φορά που πέφτεις. Γιατί η φτώχεια, που
δε μας επέτρεπε να πάρουμε ούτε μια ομπρέλα, μας δίδαξε ότι οι δυσκολίες στη
ζωή είναι περαστικές σαν τα μολυβένια σύννεφα που όσο ξαφνικά μαζεύονταν και
μας μούσκευαν άλλο τόσο ξαφνικά αποχωρούσαν και μας άφηναν να συνεχίσουμε την
πορεία μας κάτω από το χάδι του απογευματινού ήλιου. Γιατί η φτώχεια μας δίδαξε
επίσης ότι το να περπατάς ντυμένος φτωχικά και με φθαρμένα παπούτσια αλλά με
πιστούς φίλους στο πλευρό σου είναι προτιμότερο από το να περπατάς καλοντυμένος
και φορώντας πανάκριβα παπούτσια αλλά μόνος. Γιατί κάθε καθυστερημένη άφιξη
κάποιου από μας στο ραντεβού του Ζαππείου μας δίδαξε πως ποτέ στη ζωή δεν είναι
αργά για να βαδίσεις τον σωστό δρόμο. Γιατί οι ερωτήσεις μας προς τους
περαστικούς μας έμαθαν ότι πολλές φορές στη ζωή εκείνοι που δεν γνωρίζουν το
δρόμο επιμένουν να δείχνουν στους άλλους την σωστή κατεύθυνση. Γιατί οι φορές
που κερδίσαμε χρόνο κόβοντας δρόμο αλλά και οι άλλες που στην προσπάθεια να
κόψουμε δρόμο χαθήκαμε, μας δίδαξαν ότι ενώ συχνά στη ζωή δεν πρέπει να
ακολουθείς την πεπατημένη χωρίς να αφουγκράζεσαι τη φωνή της ψυχής σου, όμως άλλες
φορές στη ζωή πρέπει να ακολουθείς τη σιγουριά της πεπατημένης χωρίς να
παρασύρεσαι από τις σειρήνες. Γιατί η παρατήρηση των όσων γίνονταν γύρω μας και
η συζήτηση πάνω σ’ αυτά μας έμαθε ότι απ’ όσα στραβά γίνονται, άλλα μπορούμε να
τα αλλάξουμε, αν προσπαθήσουμε σκληρά, ενώ άλλα δεν μπορούμε, όσο κι αν προσπαθήσουμε,
και πως η μεγαλύτερη σοφία στη ζωή είναι να μάθεις να ξεχωρίζεις τα πρώτα από
τα δεύτερα.
Με
όλα αυτά τα εφόδια, δεν είναι διόλου άξιο απορίας που ο νεαρός Νικόλας
μεγαλώνοντας έγινε ένας σύγχρονος Οδυσσέας, περιζήτητος από τους φίλους του για
τις σοφές του συμβουλές, που περιέπλευσε όλη την υδρόγειο χωρίς ποτέ να ξεχάσει
την πατρίδα του, η αγωνία για το μέλλον της οποίας ακόμα και σήμερα – ή μάλλον
ιδιαίτερα σήμερα – είναι έκδηλη σε κάθε του κουβέντα και σκέψη. Με όλους αυτούς
τους καρπούς του ποδαρόδρομου ανεξίτηλους μέσα στην ψυχή του, ήταν επόμενο ο
καπετάν Νικόλας, γεμάτος από σοφία, να συγγράψει πολλά βιβλία και άρθρα. Ήταν
αναμενόμενο να μεγαλώσει, από κοινού με την πολυαγαπημένη του γυναίκα τη Ζηνοβία,
τρία σπουδαία παλληκάρια, να τα σπουδάσει επιστήμονες και να τους ενσταλάξει
την εντιμότητα, τη φιλοπονία και τη φιλοπατρία που χαρακτηρίζουν, πρώτα απ’
όλους, τον ίδιο. Ήταν σίγουρο ότι θα γινόταν θυσία για χάρη της Ζηνοβίας, μη
λείποντας ποτέ από το πλάι της όλα τα χρόνια που η αγαπημένη του γυναίκα έμεινε
στο κρεβάτι του πόνου. Ήταν βέβαιο ότι μόνος αυτός θα εύρισκε τη δύναμη να
εκφωνήσει δύο συγκλονιστικούς επικήδειους, τη μία φορά όταν έχασε το φίλο του τον
Χαράλαμπο και την άλλη όταν ο άλλος φίλος του ο Παναγιώτης έχασε τη γυναίκα του
Βασιλική.
Καπετάνιε,
το ήθος σου και το ύφος σου θα αποτελούν πάντα πηγή έμπνευσης για όλους εμάς
που μας τιμάς όλα αυτά τα χρόνια με τη φιλία σου. Ο Θεός να σου δίνει χρόνια για
να μας δίνεις τους καρπούς της σοφίας σου και τις αξέχαστες αναμνήσεις μας.
Παναγιώτης Β.
Ζαχαρόπουλος
Συμμαθητής σου
Γεν. Διευθυντής Ιονικής Τράπεζας
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου