* Επιμέλεια σελίδας: Πάνος Σ. Αϊβαλής, δημοσιογράφος

Καλό ταξίδι καπετάνιε θα σε θυμόμαστε για πάντα...

Click to get cool Animations for your MySpace profile
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
...............................................Καλό ταξίδι καπετάνιε θα σε θυμόμαστε για πάντα...
~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

Δευτέρα 11 Φεβρουαρίου 2013

ΚΩΣΤΗΣ ΠΑΛΑΜΑΣ Ο Βάρδος της Ρωμιοσύνης

Του Νίκου Ι. Κωστάρα 

"Σ' αυτό το φέρετρο ακουμπά η Ελλάδα!" είχε πει την ύστα­τη στιγμή του αποχαιρετισμού ο δελφικός ποιητής Άγγελος Σικελιανός στις 28 Φεβρουα­ρίου 1943, τον καιρό της κα­ταθλιπτικής γερμανικής κατο­χής. Αμέτρητα πλήθη κήδε­ψαν τον "παντοτινό ποιητή του καιρού και του Γένους". 

Το πλήθος συνόδευε το ξόδι και τα ρίγη της ρωμιοσύνης. Ο θάνατος του πήρε τη σημασία εθνικής απώλειας και η τα­φή του έγινε μέσα σε αποθέ­ωση και πατριωτική έξαρση. Βροντερή ακούσθηκε η φωνή του Γιώργου Κατσίμπαλη -του Κολοσσού του Μαρουσιού- που άρχισε τον Εθνικό μας Ύμνο μπροστά στους οπλισμέ­νους Γερμανούς. Σήκωσε το φέρετρο "που ακουμπούσε η Ελλάδα" μαζί με τον Άγγελο Σικελιανό και τον Μαρουσιώ­τη Γιώργο Ντούμα, ένα πολεμιστή του Σαράντα. Ε­νώ ο ποιητής Σωτήρης Σκίπης θα απαγγείλει: "δεν εβάσταξες στον πόνο της Φυλής/κι έπεσες σα δρυς/ Σα ναός όπου χτυπιέσαι/ Aπ' τα βόλια των βαρβάρων/Σαν τον Παρθενώνα/ ήρωα, ποιητή του Αιώνα...".
Υπήρξε μια ποιητική μεγαλοφυΐα και η αναγνώριση αυτή είναι πανθoλογούμενη από Έλληνες και ξένους. Γιατί "ο Κωστής Παλαμάς δεν ανήκει μόνο εις την μητέρα Ελλάδα, ανήκει και εις όλας τας χώρας του κόσμου" όπως τον χαρα­κτήρισε ο μεγάλος Iνδός ποιητής Ταγκόρ. Ενώ ο Ρομαιν Ρολλάν είπε ότι είναι "ο μεγα­λύτερος ποιητής της σημερινής Ευρώπης" και ο Κλεμάν: "είναι ο μεγαλύτερος ποιητής του σύγχρονου κό­σμου".
Ο Κωστής Παλαμάς είναι ο ραψωδός της ελληνικής ψυ­χής και των αγώνων της φυ­λής απ' τα αρχαία χρόνια ως σήμερα. "Είναι ο αληθινός Ε­θνικός ποιητής της Ελλάδας" όπως τόνισε ο Γρηγόριος Ξε­νόπουλος. Ενώ ο ακαδημαϊ­κός Νίκος Βέης έγραψε ότι "εί­ναι ο επικός χρονογράφος της φυλής".

Ο Κωστής Παλαμάς γεννήθηκε στις 13 Ιανουαρίου 1859 στην Πάτρα από γονείς Μεσολογγίτες. Η οικογένεια του είχε μεγάλη ιστορική πα­ράδοση στα γράμματα. Σε η­λικία εφτά χρονών έμεινε ορ­φανός από μητέρα και πατέ­ρα κι έζησε τα υπόλοιπα παι­δικά και εφηβικά του χρόνια στο Μεσολόγγι κοντά στο θεί­ο του Δημήτρη, που ήταν εκ­παιδευτικός και συγγραφέας. Η ιερή πόλη με τη μαρτυρική της ιστορία άσκησαν τεράστια επίδραση στην όλη ψυχοσύν­θεση και πνευματική δομή του μετέπειτα κορυφαίου ποιητή μας. Το 1875 ο Κ. Παλαμάς ήρθε στην Αθήνα, όπου και γράφτηκε στη Νομική Σχολή, την οποία σύντομα εγκατέλει­ψε για χάρη της λογοτεχνίας. Στην Αθήνα γνωρίζει ένα κό­σμο διχασμένο από αντιθέσεις για τη γλώσσα. Ο ρομαντι­σμός βρίσκεται σε έξαρση και η ιδεολογία για τη Μεγάλη Ι­δέα σε έντονη έξαρση. Ο κό­σμος της φαντασίας και της πραγματικότητας βρίσκονται ανάμεικτοι.

Το 1886 εκδίδει την ποιητική του συλλογή "Τραγούδια της Πατρίδος μου" σε ωραία δη­μοτική γλώσσα, ενώ το 1892 κυκλοφορεί νέα ποιητική συλ­λογή "Τα μάτια της ψυχής μου" με γλώσσα καλοδουλεμένη δημοτική, που ο ίδιος στον πρόλογο του την ονομάζει "Ε­θνική γλώσσα". Το 1895 παίρ­νει επίσημα στην εντολή να γράψει τον "Ύμνο των Ολυ­μπιακών Αγώνων". "Αρχαίο πνεύμα αθάνατον, α­γνέ πατέρα/ του ωραίου, του μεγάλου και αληθινού/κατέβα φανερώσου κι άστραψ' εδώ πέρα στη δόξα της δικής σου γης και τ' ουρανού..." Το 1897 νυμφεύτηκε την ω­ραία Μεσολογγίτισσα Μαρία Βόλβη, με την οποία απέκτη­σε τρία παιδιά, τη Ναυσικά, τον Λέανδρο και τον Αλκη. Ο τελευταίος πέθανε μόλις πέ­ντε χρονών και πλήγωσε βα­θιά την οικογένεια. Αποτύπω­ση του πόνου του ποιητή εί­ναι ο "Τάφος" (1898). Χρημάτισε Γενικός Γραμματέ­ας του Πανεπιστημίου Αθη­νών (1897-1928). Το 1915 του απονεμήθηκε το Εθνικό Αριστείο Γραμμάτων. Το 1926 έγινε ακαδημαϊκός και το 1930 πρόεδρος της Ακαδημίας. Συνήθιζε να συχνάζει στον "Πύργο" του Κατσίμπαλη στο "Τριανέμι" στο Μαρούσι. Μά­λιστα ο Γ. Κατσίμπαλης ανέ­λαβε την έκδοση των "Απά­ντων" του Παλαμά και κληρο­δότησε το Ίδρυμα Παλαμά".

Θαλασσινοί απόηχοι
Ο Κωστής Παλαμάς δεν είναι μονάχα ποιητής. Έγραψε κρι­τική, πεζά και θέατρο, ακόμη και θαλασσινούς στίχους που διαβάζουμε στους "Καημούς της Λιμνοθάλασσας". "Τα πρώτα μου χρόνια τ' αξέ­χαστα τα'ζησα/ κοντά στο α­κρογιάλι/στη Θάλασσα εκεί τη ρηχή και την ήρεμη/ στη θά­λασσα εκεί την πλατειά, τη μεγάλη./Μια πίκρα/για μένα είν' η μοίρα μου, για με είν' η χά­ρη μου/δεν γνώρισα κι άλλη./ Μια θάλασσα μέσα μου σα λί­μνη γλυκόστρωτη/ Και σαν ωκεανοί ανοιχτή και μεγάλη". Ενώ στην "Ασάλευτη Ζωή" παρομοιάζει τις εκτάσεις τους ανθρώπινου νου με τον απέ­ραντο ωκεανό: "Το τραγούδι διψάς του ωκε­ανού/ή το τραγούδι του ωκεάνειου νου;"

Και στο "Δωδεκάλογο του Γύ­φτου" τονίζει:
"όπου τελειώνουν οι στεριές/ τα πέλαγα αρχινάνε..." Επίσης θα γράψει στον "Ελ­ληνικό Ύμνο του Μιστράλ": "Με την αυγή και η θάλασσα μενεξεδένια λάμπει/ και με το φως τα πάντα ξανανιώνουν". Μια ζωγραφιά βλέπει μέσα στα ακύμαντα νερά; "Πρωί μέσα στα ακύμαντα νε­ρά προς τ' ακρογιάλι/ των σπι­τιών βαθιά, ολόλευκη η ζω­γραφιά προβάλλει./ Σαν από χέρι αποτολμά ξεχωριστού τε­χνίτη/ φανταστικό σαν άυλο δείχνεται κάθε σπίτι./Αλλ' ο ή­λιος υψώθηκεν, ήρθε το μεση­μέρι/ κι η ζωγραφιά; την έσβη­σε το κύμα και τ' αγέρι..." Μάλιστα "ζωγραφιά φθεγγομένη" η ποίηση όπως την χα­ρακτηρίζει ο Αριστοτέλης. Ο μεγάλος Κωστής Παλαμάς ήταν ακούραστος αναγνώ­στης, ευαίσθητος δέκτης, με­λετητής της Ελληνικής Λογο­τεχνίας και της Ιστορίας. Στο έργο του "κυκλοφορεί" όλο το Γένος με τη δόξα του, τις δυστυχίες του και τα ιδεώδη του, τα όνειρα του, τις συνήθειες του, τη γλώσσα του. Υπήρξε ο ποιητής της φυλής μας, ο βάρδος της Ρωμιοσύνης, που βροντοφώνησε στο "Έπος του Σαράντα":
"Αυτό το λόγο Θα σας πω/ δεν έχω άλλο κανένα/ Μεθύστε με τα’ αθάνατο/ κρασί του Εικοσιένα". Και όμως σα να ξεχνάμε τον ποιητή της Ρωμιοσύνης. Το σπίτι που τον βρήκε ο θάνα­τος πικραμένο, επί της οδού Περιάνδρου 5, στη Πλάκα, απέναντι από το μνημείο του Βύρωνος, είναι κατάκλειστο με τοίχους καίρια λαβωμένους από την εγκατάλειψη. Δεν α­κουμπά ούτε ένα βλέμμα υ­πευθύνου για τον πολιτισμό μας; Εκεί έμεινε τα τελευταία οχτώ χρόνια της ζωής του. Δεν είχε δικό του σπίτι και κά­που σαράντα χρόνια έμενε σε νοίκι στην οδό Ασκληπιού 3. όπου σήμερα στεγάζεται το ί­δρυμα Κ. Παλαμά. Στις 2 Ιου­λίου 1935 γράφει με πικρία στο φίλο του Γ. Κατσίμπαλη για τη μετακόμιση: "Αγαπητέ μου Κατσίμπαλη, βρίσκομαι ολομόναχος. Τα πράγματα μου και τα χαρτιά μου ταξιδεύουν με τη σειρά τους στο νέο σπίτι που δεν το ξέρω ακόμη".
Ας ενδιαφερθούν οι αρμόδιοι για να το σώσουν από την κα­ταστροφή, διαφορετικά ας α­φαιρέσουν τη εντοιχισμένη πι­νακίδα που μιλάει για τον ποι­ητή, Γιατί είναι μία σημαντική μνήμη της ιστορίας μας, Κι όμως ο βάρδος της Ρωμιο­σύνης στις δύσκολες στιγμές δεν μας απογοητεύει; "Και μη έχοντας πιο κάτω άλ­λο σκαλί/στου Κακού τη σκά­λα/ για τ' ανέβασμα ξανά που σε καλεί/θα αισθανθείς να σου φτερώσουν, ώ χαρά!/ τα φτε­ρά/ τα φτερό τα πρωτινά σου τα μεγάλα!»


Νίκος Ι. Κωστάρας

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου